Τα Καρσάνικα σωματεία στην Αμερική

Τα Καρσάνικα σωματεία στην Αμερική

Του Ανδρέα Σταύρακα

(Απ΄ την σειρά “ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΑ ΚΙ ΑΞΕΧΑΣΤΑ)                                                      1

Αφού τελείωσα την Τετάρτη τάξη του δημοτικού σχολείου,  έδωσα εξετάσεις και πέρασα στην πρώτη τάξη του οχτωταξίου γυμνασίου που είχε τότε ένα σαν «παράρτημα» στην Καρυά. Ήταν βλέπετε «κωμόπολη» η Καρυά τότε!

Όταν πέρασα στην δεύτερη τάξη,  δεν συνέχισα για λογούς που δεν θα αναφέρω εδώ, γιατί δεν μου αρέσουν τα μελοδράματα.  Η μάνα μου ήθελε να αποφύγω την αγροτική εργασία, που τότε ήταν πιο οδυνηρή από σήμερα. Γιατί τότε δεν υπήρχαν  μηχανές και τρακτέρ,  για να οργώνουμε και να θερίζουμε τα χωράφια, αλλά και να κλείνουμε τους δρόμους όποτε μας γουστάριζε. Οι αγρότες την εποχή εκείνη όργωναν τα χωράφια με το άροτρο η με το τσαπί και θέριζαν με το δρεπάνι  (σκέτο, χωρίς το σφυρί!).

Σκέφτηκε λοιπόν να με πάει στον αδελφό της τον Επαμεινώντα τον Γλένη για να μάθω την τέχνη του βαρελά.  Αυτός είχε τότε βαρελάδικο απέναντι από την κεντρική πόρτα του Αγίου Νικολάου, στην Καρυά .

Τα βαρέλια τότε φτιάχνονταν με εργαλεία του χεριού, δεν υπήρχαν μηχανές βλέπετε και η πιο πολλή δουλειά γίνονταν με το σκεπάρνι. Ο θείος μου κάθονταν σε ένα καρεκλάκι και πάνω σε έναν μεγάλο τάκο από πουρνάρι πελεκούσε τις δούγιες. Κι αυτό γίνονταν πολλές ώρες κάθε μέρα.

Πολλές φορές μάλιστα, όταν ο καιρός ήταν βροχερός, έρχονταν χωριανοί προπαντός γέροι απόμαχοι της δουλειάς και έλεγαν διάφορες παλιές ιστορίες.

Εγώ δωδεκάχρονο παιδί, έξυνα κάνα βαρέλι με τον ξυλοφάι και ακορμενόμουν με βουλιμία όλα όσα έλεγαν, με κάθε λεπτομέρεια. Αυτές οι ιστορίες ήταν για εμάς τα παιδιά τότε η μοναδική μας  διασκέδαση, αφού δεν είχαμε ούτε καν  βιβλία.

Ο θείος μου ο Επαμεινώντας λοιπόν, είχε πάει δυο φορές στην Αμερική.

Την πρώτη φορά πήγε όταν ήταν δέκα έξι περίπου χρονών και πολλές φορές διηγούνταν με παραστατικότητα τα ευχάριστα και τα δυσάρεστα που πέρασε στην μακρινή αυτή Ήπειρο.

Μιά μέρα που ο καιρός ήταν βροχερός, ήρθε στο μαγαζί ο μπάρμπα Γεράσιμος ο Τούμπας και ο μπάρμπας μου ο Επαμεινώντας άρχισε να διηγείται την παρακάτω ιστορία:

«Όταν για πρώτη φορά πήγα στην Αμερική, μετά από  κάμποσο καιρό γνωρίστηκα με πολλούς άλλους Έλληνες που ήταν εκεί. Κάθε Κυριακή λοιπόν μαζευόμαστε  στην Εκκλησία, που είχε και μια μεγάλη αίθουσα, όπου μετά τη λειτουργία έκαναν διάφορες συζητήσεις μεταξύ τους.

Σε κάμποσο καιρό είχαμε μαζευτεί στην παρέα  πάρα πολλοί                                                                                                                                     Έλληνες και η παρέα μεγάλωσε, οπότε κάποιος που είχε πιο πολλά χρόνια στην Αμερική, έριξε την ιδέα να φτιάξουμε ένα σωματείο για να μπορούμε να διεκδικούμε διάφορα αιτήματα. Η ιδέα  του πατριώτη άρεσε σε όλους, οπότε κανονίσαμε να συναντηθούμε την ερχόμενη Κυριακή για να κανονίσουμε το επόμενο βήμα.

Την επόμενη  την Κυριακή λοιπόν που βρεθήκαμε στην Εκκλησία,  μετά την λειτουργία, επήγαμε στην αίθουσα που μαζευόμαστε  όλοι οι Έλληνες και ορίσαμε  ποιοι θα συμμετάσχουν στα συμβούλια των σωματείων και ορίσαμε την μέρα των εκλογών .

Έγιναν οι εκλογές μια Κυριακή και βγήκε το συμβούλιο και ο πρόεδρος, που ήταν κάποιος από τη Μακεδονία .

Βγάλαμε και μια εφημερίδα απ΄ την οποία κάθε μήνα μαθαίναμε πολλά χρήσιμα γεγονότα και ειδήσεις, από την νέα μας πατρίδα και από την Ελλάδα.

Περνώντας όμως ο καιρός, βλέπαμε  πως στις συνεδριάσεις ανέβαινε στην έδρα -που ήταν ποιο ψηλά από τους υπόλοιπους- το συμβούλιο και στη μέση ο πρόεδρος να αγορεύει. Έτσι άρχισε η ζήλια και οι συζητήσεις δυσαρέσκειας  από πολλούς.

Τελειώνοντας βγαίναμε στον έξω χώρο και κάναμε « πηγαδάκια » όπου πολλοί έλεγαν, γιατί αυτοί να είναι σε αυτή τη θέση κ.α.

Με τον καιρό άρχισαν οι προστριβές οπότε διαλύσαμε το σωματείο και είπαμε εμείς οι Λευκαδίτες να ιδρύσουμε ένα δικό μας  σωματείο.

Να μην τα πολυλογώ φτιάξαμε το σωματείο των Λευκαδιτών, κάναμε και μια εφημερίδα όπως συνήθως, που μαθαίναμε τα νέα μόνο από την Λευκάδα.

Σε κάμποσο καιρό κι αυτό το σωματείο είχε την ίδια τύχη με το προηγούμενο, εξ αιτίας του «γιατί αυτοί και όχι εμείς»…

Αλλά το δαιμόνιο του Έλληνα με τα σωματεία είναι σαν τον αέρα που αναπνέει, δίχως σωματείο δεν ζει κι έτσι αποφασίσαμε να κάνουμε ένα άλλο, που να είναι των Καρσάνων της Αμερικής

Όμως «τα ίδια Παντελάκη μου τα ίδια Παντελή μου» γιατί αυτοί και όχι εμείς, διαλύσαμε πάλι το σωματείο και σε κάμποσο καιρό είπαμε να κάνουμε τέσσερα σωματεία οι Καρσάνοι:

Ένα του επάνου χωριού ένα του κάτου, ένα του πέρα και ένα του απέναντι,  για να είναι πολύ πρόεδροι .

Όταν την Πρωτοχρονιά εμείς οι Καρσάνοι θέλαμε να κόψουμε τη Βασιλόπιτα, έπρεπε να την κόβουμε μια Κυριακή, όλοι σε διαφορετικές αίθουσες και όπως ήταν επόμενο είμαστε τρεις και ο κούνουπας… Αλλά αφού δεν ήταν δυνατό να είμαστε όλοι πρόεδροι και πάλι το διαλύσαμε και μείναμε και πάλι χωρίς σωματείο, χωρίς ενημέρωση και από τους χωριανούς αλλά και από την νέα μας πατρίδα .

 

Το ως άνω διήγημα που έλεγε ο θείος μου εδώ και εβδομήντα περίπου χρόνια, μου ήρθε στο νου όταν πρόσφατα διαλύθηκε το σωματείο των Καρσάνων της Αθήνας, σχεδόν με τον ίδιο τρόπο.

Δεν παραξενεύτηκα καθόλου, αφού από τα δέκα εκατομμύρια που είμαστε εμείς η Έλληνες, τα τριπλά και πλέον εκατομμύρια έχουν χρηματίσει πρόεδροι…

Υ. Γ. Ελπίζω και εύχομαι να μην έχει την ως άνω τύχη και το νέο μας σωματείο.

 

*****

Και τώρα η αυτοκριτική μου:

 

Κάθομαι στο σπιτάκι μου με το μυαλό μηρυκάζω,

φρέσκα και μπαγιάτικα στους πάπυρους τα βάζω,

Τα βάζω στο συρτάρι μου τα στέλνω και στον τύπο

να τα μαζέψω σκέπτομαι σε ένα μικρό βιβλίο,

Ποιός ξέρει αν κάποτε και στο χαρτί υπάρξει ολίγον κρίση

και κάποιος να τα χρειαστεί σαρδέλες να τυλίξει.

Ανδρέας Ιωάννη Σταύρακας – Κόκορος 10/ 5/ 2019.

Βαλαωρίτη  8 Λευκάδα, τηλ, 2645023317- 6974510673.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *