Μια αλησμόνητη Πρωτοχρονιά!

1α

Φωτο 1:Εδώ βλέπετε το δεξιό μέρος της πλώρης του ΤΟΥΛΙΠ Β που ταξιδεύει, πριν απ΄το μεσημέρι της 31ης Δεκέμβρη 1976. Θάλασσα λίαν κυματώδης έχει αρχίσει να “σκονίζει” στην πλώρη του πλοίου…

του ΝΙΚΟΥ ΓΑΖΗ

Είναι μάλλον αδύνατο να βρει κανείς πλοίαρχο του Εμπορικού Ναυτικού που να ολοκλήρωσε μια πλήρη καριέρα στο επάγγελμα και να έφθασε στην σύνταξη, χωρίς να έχει χαραγμένες στη μνήμη του κάποιες πολύ δύσκολες περιστάσεις απ΄ τις οποίες κινδύνεψε. Οι πιο συνηθισμένες απ΄ αυτές τις περιστάσεις είναι δυνατές κι επικίνδυνες φουρτούνες, πολύ πάνω απ΄ τα αναμενόμενα (και για επαγγελματίες) μεγέθη των 9 και των 10 Μποφώρ, είναι περιπτώσεις πυρκαγιάς στα πλοία που εργάζονταν, είναι σοβαρές βλάβες σε δύσκολες συνθήκες, είναι θαλάσσια ατυχήματα και τέλος είναι τα επικίνδυνα προσωπικά εργασιακά ατυχήματα.
Εγώ, κατά την διάρκεια της εργασιακής διαδρομής μου, είχα το «προνόμιο» να μετρήσω έντεκα τέτοιες άκρως επικίνδυνες καταστάσεις που με αφορούσαν άμεσα, οι οποίες μάλιστα καλύπτουν ολόκληρο το φάσμα των περιπτώσεων που περιγράψαμε πιο πάνω: Έτσι βρέθηκα και μάλιστα σε τέσσερις περιπτώσεις μέσα σε ασυνήθιστες και σφόδρα επικίνδυνες θύελλες επιπέδου κυκλώνα, σε τρεις περιπτώσεις πυρκαγιάς εν πλω, σε μια περίπτωση σύγκρουσης πλοίων (επιβαίνων μάλιστα σε δεξαμενόπλοιο φορτωμένο με το άκρως εύφλεκτο φορτίο «νάφθα», βλέπε φωτογραφία 2), σε μια περίπτωση που το πλοίο μου έγινε στόχος πολυβόλων σε εμπόλεμη περιοχή, σε μια σοβαρή κι επικίνδυνη περίπτωση παρατεταμένης ακυβερνησίας λόγω μηχανικής βλάβης σε τρικυμία στον ωκεανό και τέλος μια φορά τραυματίας από βίαιο σπάσιμο κάβου που με χτύπησε διαγώνια πλην ξώφαλτσα στην κοιλιακή χώρα!

Η πιο χαρακτηριστική τέτοια εμπειρία μου (κίνδυνος λόγω θύελλας), συνέβη την πρωτοχρονιά του 1977, οπότε παρότι έχουν περάσει 39 ολόκληρα χρόνια από τότε, δεν υπάρχει πρωτοχρονιά που να μην ξαναζωντανέψει στη μνήμη μου.
Παραμονή πρωτοχρονιάς του 1977 λοιπόν, νεαρός ανθυποπλοίαρχος εγώ τότε, εργαζόμουν στο δεξαμενόπλοιο ΤΟΥΛΙΠ Β. της εταιρείας ΕΛΕΤΣΟΝ ΜΑΡΙΤΑΪΜ ΚΟΡΠΟΡΕΗΣΙΟΝ με πλοίαρχο τον καπετάν Μιχάλη Γιαννετάκη. Το πλοίο ήταν ένα διπρόπελο δεξαμενόπλοιο Σκωτσέζικης κατασκευής περίπου 15 ετών, χωρητικότητας 45 χιλιάδων τόνων και είχε αποπλεύσει φορτωμένο με φιούελ- όϊλ (μαύρο πετρέλαιο για καύσιμο) από την Ζάβια της Λιβύης για κάποιο άγνωστο (ακόμη) λιμάνι των Ηνωμένων πολιτειών της Αμερικής στην ευρύτερη περιοχή του Λογκ Άϊλαντ, (Βόρεια της Νέας Υόρκης), που θα μας το έλεγαν, υποτίθετ0, στην διαδρομή.
Την τελευταία μέρα του 1976 λοιπόν κι ενώ πλέαμε στον Βόρειο Ατλαντικό, σχεδόν 600 μίλια ανατολικά-νότιο-ανατολικά απ΄ την Νέα Σκωτία του Καναδά (περίπου στην περιοχή που βούλιαξε ο Τιτανικός), η θάλασσα ήταν πολύ κυματώδης με άνεμο έντασης 7-8 μποφώρ, πράγμα ικανοποιητικό για μας, αφού δεν προσδοκεί κανείς τέτοια εποχή και τόσο Βόρεια στον Ατλαντικό καλύτερο καιρό! Εδώ πρέπει να σημειώσουμε πως ο Βόρειος Ατλαντικός είναι τόσο διάσημος για τις φουρτούνες του τον χειμώνα, ώστε τα πλοία να έχουν ειδική γραμμή φόρτωσης γι αυτόν, (ώστε να μεταφέρουν λιγότερο φορτίο όταν ταξιδεύουν εκεί!).

4α

Φωτο 2: Εδώ φαίνεται το φρεσκάρισμα του καιρού και βλέπετε πλέον το κύμα να υπερβαίνει κατά πολύ την κουπαστή και να ξεπλένει μέχρι και την Γέφυρα. Είναι ακόμα μεσημέρι, και πλησιάζει η αλλαγή βάρδιας.

 

2αα

Φωτο 3: Νεαρός ανθυποπλοίαρχος η αφεντιά μου τότε στο πλοίο και παραδίνοντας βάρδια το μεσημέρι της 31ης Δεκέμβρη του 1976,  εδώ δείχνω στον συνάδελφο κάτι που πρέπει να προσέξει στην πλώρη. Οι καιρικές συνθήκες, παρά τον κυματισμό και τον αέρα, για χειμωνιάτικο Βόρειο Ατλαντικό είναι μια χαρά…

Όσο όμως πλησίαζε το βράδυ εκείνη την ημέρα, τόσο αυξάνονταν η ένταση του αέρα με αποτέλεσμα όταν στις 20:00 ανέβηκα στην Γέφυρα για την βραδινή μου βάρδια (είχα την 8-12) να τον έχει «κάνει ξύδι», όπως λέγαμε σε τέτοιες περιπτώσεις.. Λόγω βλάβης του ασυρμάτου δεν είχαμε δελτίο καιρού κι ο ασυρματιστής παιδεύονταν μήπως και πάρει κάποιο δελτίο μέσω του ραδιοτηλεφώνου, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Το πιο ανησυχητικό όμως ήταν πως το βαρόμετρο έπεφτε με δραματικό τρόπο: Δέκα ολόκληρα μιλιμπάρ  (απ΄τις 1008 στις 998) είχε πέσει η ατμοσφαιρική πίεση στις οκτώ ώρες που έλειψα απ΄ τη γέφυρα, απ΄ τις 12 το μεσημέρι που έφυγα μέχρι τις 8 το βράδυ που ξανανέβηκα για βάρδια! Και 10 μιλιμπάρ πτώση σε μόλις οκτώ ώρες αποτελεί πολύ ραγδαία πτώση κι είναι εντελώς ασυνήθιστο φαινόμενο σε ταξίδι με πλοίο, αλλά και σαφής ένδειξη πως μπαίναμε σε περιοχή με βαθύτατη ύφεση (βαρομετρικό χαμηλό) που τίποτε καλό δεν προμήνυε…
Στα μισά της βραδινής μου βάρδιας, (γύρω στις δέκα), ήρθε στην Γέφυρα ο πλοίαρχος, πράγμα που επιβάλλεται κι απ’ το νόμο σε κάθε μεγάλη κακοκαιρία- θορυβημένος απ΄ την θύελλα που ο άνεμος πλέον ξεπερνούσε σε ταχύτητα τα 110 χιλιόμετρα την ώρα (τα 10 μποφώρ) και απειλούσε σοβαρά το πλοίο με ζημιές! Στις δώδεκα που τελείωνε η βραδινή μου βάρδια η θύελλα είχε ενισχυθεί ακόμη περισσότερο, η ταχύτητα του ανέμου έφθανε τα 170 χιλιόμετρα, τα κύματα είχαν πλέον θεριέψει και όπως βουτούσε το πλοίο κόντρα στον κυματισμό, το μισό χάνονταν μέσα στο κύμα κι η θάλασσα έφθανε μανιασμένη και χτύπαγε στον καθρέφτη της Γέφυρας που ήταν σχεδόν στην μέση του πλοίου!. Ο πλοίαρχος είχε δώσει εντολή να μειωθούν οι στροφές των μηχανών στο ελάχιστο και το πλοίο σε κατάσταση «αντιμονής ή τραβερσόματος» πλέον, δεν ταξίδευε προς τον προορισμό του (δυτικά), αλλά απλά κρατιόνταν στα όρια της πηδαλιουχίας και κόντρα στον καιρό, απ΄ όπου αυτός κι αν φυσούσε! Τα τεράστια κύματα εν τω μεταξύ άρχισαν πλέον να σαρώνουν όλο και περισσότερο ακόμη και το πίσω (απ΄την Γέφυρα) κατάστρωμα, καθιστώντας επικίνδυνη την κυκλοφορία των ανθρώπων στον υπερυψωμένο κατά τρία σχεδόν μέτρα διάδρομο και λίγο αργότερα η επικοινωνία μεταξύ του μεσαίου ακομοδεσίου (ενδιαιτήματος) που ήταν η Γέφυρα, οι καμπίνες των αξιωματικών της και του ασυρματιστή και το Αναρρωτήριο και του πρυμνιού ακομοντέησιον που ήταν το μηχανοστάσιο, οι καμπίνες όλων των άλλων, τα μαγειρεία και οι τραπεζαρίες, διακόπηκε εντελώς: Τον σάρωναν κι αυτόν τα κύματα, κάνοντας συχνά το πλοίο να μοιάζει με …υποβρύχιο! Έτσι όσοι βρεθήκαμε στη μέση μείναμε εκεί κι όσοι βρέθηκαν στην πρύμη (δηλαδή στο πίσω ενδιαίτημα) έμειναν υποχρεωτικά κι εκείνοι εκεί.
Εν τω μεταξύ, παρότι τα μεσάνυχτα αντικαταστάθηκα απ΄ τον άλλο συνάδελφο, παρέμεινα κι εγώ στη Γέφυρα. Το ίδιο έκανε κι ο συνάδελφος όταν τον αντικατέστησε ο υποπλοίαρχος στις 4 το πρωί κι έτσι βρισκόμαστε όλοι οι αξιωματικοί Γεφύρας κατά την διάρκεια της νύχτας εκεί. Η κατάσταση της θάλασσας όμως όλο και χειροτέρευε αφού αυξάνονταν η ένταση του ανέμουν κι εμείς ανάβαμε κάθε τόσο τα φώτα ώστε να ελέγχουμε το κατάστρωμα και τις σωληνώσεις του για καμιά μεγάλη ζημιά. Κάθε τόσο, ένας από μας χτυπούσε ελαφρά με το δάχτυλό του το βαρόμετρο, μήπως κι αυτό αποφάσιζε να ανέβει, έστω και λίγο. Όμως αυτό όχι μόνο δεν ανέβαινε αλλά συνέχιζε να πέφτει ακόμα περισσότερο, γεμίζοντάς μας απελπισία… Μετά την πρώτη δύσκολη νύχτα, κατά διαστήματα, κάποιος -όταν δεν είχε βάρδια- κατέβαινε στην καμπίνα του για να ξεκουράσει για λίγο τα πόδια του, γιατί τον ύπνο τον είχαμε ξεχάσει. Κι όποιος ξάπλωνε για να κοιμηθεί , μόλις πήγαινε να τον πάρει ο ύπνος που έχανε τον μυϊκό τόνο, το επόμενο κούνημα τον πέταγε από δω ή από κει, οπότε ξυπνούσε αμέσως και μάλιστα εκνευρισμένος…

Δυο μέρες και τρεις νύχτες κράτησε αυτή η ιστορία, χωρίς ύπνο και με ελάχιστη ξηρά τροφή. Όχι πως είχε και κανένας όρεξη για φαγητό δηλαδή, αλλά για συντήρηση και για το τσιγάρο τρώγαμε μερικές φρυγανιές και λίγες ελιές ή τυρί. Έτσι πέρασε η πρωτοχρονιά κι η νύχτα που ακολούθησε, με τον άνεμο να λυσσομανά κι η ταχύτητά του κάποιες φορές ν΄ αγγίζει τα διακόσια πενήντα χιλιόμετρα την ώρα! . Το επόμενο πρωί, στις 2 του μηνός και πριν ακόμα ξημερώσει άρχισε να μειώνεται η ένταση του ανέμου ώσπου ξαφνικά σταμάτησε εντελώς. Παράλληλα το βαρόμετρο σταμάτησε την κατρακύλα του, αφού όμως πριν ήρθε «τούμπα» κι έδειξε 948 μιλιμπάρ(!) νούμερο ασύλληπτο και που φυσιολογικά εμφανίζεται μόνο στους κυκλώνες. Παρά την πτώση του ανέμου όμως, η θαλασσοταραχή συνεχίζονταν και μάλιστα η θάλασσα έρχονταν συγκεχυμένη από διάφορες κατευθύνσεις. Εν τω μεταξύ ο ασυρματιστής κατάφερε με το ραδιοτηλέφωνο να πάρει ένα δελτίο καιρού («δανεικό» από άλλο πλοίο) που μας επιβεβαίωνε αυτό που ήδη είχαμε πλέον καταλάβει από μόνοι μας: Βρισκόμαστε στο κέντρο μιας βαθύτατης ύφεσης με χαρακτηριστικά κυκλώνα! Πράγμα που σήμαινε πως θα έπρεπε να ξαναπεράσουμε απ΄ τις περιοχές με τους φοβερούς ανέμους, για να βγούμε από κει μέσα!
Όμως η ώρα περνούσε, πήγε δέκα, πήγε έντεκα κι ακόμα να ξημερώσει! Το θέαμα βέβαια ήταν μοναδικά αλλόκοτο: Η θάλασσα κάτασπρη κι αφρισμένη στην μικρή ζώνη ορατότητας που υπήρχε, φαίνονταν λες και την είχες χτυπήσει στο μίξερ και συνέχιζε να χτυπάει το πλοίο απ΄ όλες τις κατευθύνσεις, ενώ η ατμόσφαιρα παρότι ήταν πλέον μέρα για τα καλά, είχε ένα περίεργο μαύρο χρώμα που αν δεν το δει κανείς δύσκολα περιγράφεται:! Χοντρικά μόνο θα μπορούσαμε να πούμε, πως θύμιζε κάτι από προχωρημένο σούρουπο!
Λίγο μετά το μεσημέρι της 2ας του μηνός, άρχισε πάλι ο αέρας να λυσσομανά! Και ζήσαμε ξανά την ίδια κατάσταση, με το πλοίο να τριζοβολάει ολάκαιρο στα όρια της ελαστικότητάς του, κάθε φορά που βούταγε λίγο βαθύτερα η πλώρη του κι αγκομαχούσε μετά ν΄ αποβάλλει τις χιλιάδες τόνους θαλασσινού νερού που είχε στο κατάστρωμα και να βγει ξανά απ΄ τα τάρταρα… Και νιώθοντάς το κανείς να τρίζει έτσι, σκέφτονταν αν θα ήταν αυτή η κρίσιμη στιγμή που θα κόβονταν στη μέση…
Η ιστορία αυτή κράτησε ίδια κι απαράλλαχτη για τις επόμενες είκοσι περίπου ώρες, μέχρι την άλλη μέρα το πρωί στις 3 του Γενάρη, όταν οι άνεμοι κι η θαλασσοταραχή άρχισαν πλέον να ελαττώνονται…

3α

Παρά τον κυματισμό η κατάσταση δείχνει να ομαλοποιείται, γι αυτό άλλωστε και επανήλθε η όρεξη για φωτογραφίες ξανά. Βρισκόμαστε όμως ήδη στην πρωϊνή βάρδια της 3ης Ιανουαρίου του 1977 και μετά από τρεις νύχτες αϋπνία.

Βγήκαμε απ΄ αυτή την επικίνδυνη κατάσταση με ένα πλοίο πολυτραυματία! Με κομμένες σωλήνες να λείπουν εντελώς απ΄το κατάστρωμα και με τις σιδερένιες σκάλες, με πάχος λαμαρίνας δέκα χιλιοστά(!) στην σύνδεσή τους με το ενισχυμένο κατάστρωμα, να έχουν «ξυριστεί» απ΄ τα μανιασμένα κύματα και να κρατιούνται κρεμασμένες μόνο απ΄ τον μεταλλικό εναέριο διάδρομο πάνω τους, με τους χειραγωγούς τους (από σιδηροσωλήνα) στραβωμένους! Με βαθουλώματα στην ενισχυμένη πλωριά λαμαρίνα του καθρέφτη της Γέφυρας και με στραπατσαρισμένα τα σιδερένια καλάθια που φώλιαζαν οι κάβοι της πλώρης! Κι ευτυχώς που το φορτίο μας ήταν ασφαλές από τυχόν σπινθήρες που μπορεί να προκλήθηκαν απ΄ την τριβή των κομμένων μετάλλων, πριν αυτά βουλιάξουν και χαθούν στην άβυσσο του ωκεανού…
Δυστυχώς όμως οι απώλειες δεν περιορίστηκαν μόνο στις υλικές. Ένας δίμετρος 20χρονος Αιγύπτιος ναυτόπαις, που είχε την ατυχή έμπνευση να έρθει την παραμονή της πρωτοχρονιάς το απόγευμα στη Γέφυρα για να μάθει τιμόνι (με το όνειρο να προαχθεί κάποτε σε ναύτη), όταν έπιασε η μεγάλη φουρτούνα έφυγε μεν απ΄ τη Γέφυρα, αλλά δεν πήγε πίσω που ήταν η καμπίνα του. Ζάρωσε κάπου εκεί, κάτω απ΄ την Γέφυρα (πιθανόν σ΄ ένα καπνιστήριο που υπήρχε ανενεργό) και επανεμφανίστηκε σε μας ξαφνικά το απόγευμα της πρωτοχρονιάς, μέσα στο φόρτε του χαμού δηλαδή! Παρέμεινε λοιπόν κι αυτός εκεί στη Γέφυρα και έζησε πανοραμικά το θέαμα και την αγωνία των στιγμών, χωρίς να μιλάει καθόλου. Και στις 3 του μηνός, όταν το κακό σταμάτησε και ανακουφισμένοι συνεχίσαμε κανονικά το ταξίδι, ο νεαρός Μωχάμεντ έπεσε σε παραλήρημα με πολύ ψηλό πυρετό. Τον βάλαμε στο αναρρωτήριο του πλοίου για το υπόλοιπο του ταξιδιού και φθάνοντας στο λιμάνι ήταν ο πρώτος που εξέτασε γιατρός, ο οποίος γνωμάτευσε οξεία σχιζοφρένεια και συνέστησε άμεση επιστροφή στην πατρίδα του με συνοδεία… Μετά ο γιατρός εξέτασε σχεδόν όλους απ΄το κατώτερο πλήρωμα που δήλωσαν ασθενείς, ελπίζοντας πως θα τους βάλουν τα εισιτήρια να επαναπατρισθούν έτσι, χωρίς να χρειαστεί να διασχίσουν ξανά τον Ατλαντικό με το πλοίο! Όλοι τους όμως προέκυψαν υγιείς και παραμένοντες… Για τον νεαρό σχιζοφρενή Αιγύπτιο είχε τη γνώμη ότι υπήρχε μεν σε υπολανθάνουσα κατάσταση η σχιζοφρένεια, όμως το σοκ απ΄ τον φόβο ήταν που την ξεσκέπασε και την ενεργοποίησε! Εκτός όμως απ΄ τον Αιγύπτιο, κατά τον επόμενο απόπλου έλειπαν και δυο ακόμη μέλη του κατώτερου πληρώματος, οι οποίοι λιποτάκτησαν και παρέμειναν σαν λαθρομετανάστες στην Αμερική, αφού τους έβγαλε μεν υγιείς ο γιατρός, εκείνοι όμως λόγω της φουρτούνας είχαν αποφασίσει πως δεν πρόκειται να ξαναπεράσουν τον Ατλαντικό με πλοίο…
Το λιμάνι κατάπλου τελικά ήταν το Νιούπορτ Νιούς της Βιρτζίνια, το οποίο είναι πολύ πιο νότια απ΄ το αρχικά υποτιθέμενο στην περιοχή του Λόγκ Άϊλαντ. Συνεπώς αποδείχτηκε πως ήταν εντελώς αχρείαστη κι όλη η περιπλάνησή μας τόσο βόρεια που κινούμαστε, αλλά κι όλα όσα τραβήξαμε εκεί ψηλά…

Για να αντιληφθούμε όμως το μέγεθος της καλής μας τύχης, θα πρέπει να πούμε δυο λόγια για την συνέχεια: Αφού λοιπόν το πλοίο ξεφόρτωσε στο Νιούπορτ Νιούς, έφυγε νότια με προορισμό την Βενεζουέλα, για να φορτώσει και να επιστρέψει στην Μεσόγειο. Μετά από δυο μέρες ταξιδιού όμως κι ενώ βρισκόμαστε έξω απ΄ το Πόρτο Ρίκο, παίρνουμε νέα εντολή ν αλλάξουμε πορεία και να συνεχίσουμε προς το Γιβραλτάρ και την Μεσόγειο! Στις εφτά μέρες που διήρκεσε ο διάπλους του Ατλαντικού από κει μέχρι το Γιβραλτάρ, το πλοίο πάθαινε από ένα μπλακ-άουτ την ημέρα από βλάβες στις ηλεκτρομηχανές του! Που σημαίνει πως καθημερινά κάποια στιγμή έσβηναν όλες οι μηχανές του πλοίου, κύριες και βοηθητικές και το πλοίο έμενε σταματημένο κι ακυβέρνητο στο έλεος των κυμάτων και των ρευμάτων μέχρι οι μηχανικοί ν΄ αποκαταστήσουν τη βλάβη και να ξανά θέσουν τις μηχανές σε λειτουργία! Το ευτύχημα είναι πως τώρα ταξιδεύαμε τόσο νότια (κάτω απ΄τον τριακοστό (Β)  παράλληλο πλάτους) όπου ο καιρός ήταν σταθερά καλός!
Αντιλαμβάνεται κανείς τι θα είχε συμβεί αν συνέβαινε ένα τέτοιο μπλακ-άουτ καταμεσίς στη θύελλα της πρωτοχρονιάς. Το βέβαιο είναι πως μέσα σ΄ εκείνες τις συνθήκες μάλλον θα ήταν αδύνατο για τους μηχανικούς να καταφέρουν ν΄αποκαταστήσουν βλάβη, που σημαίνει πως τα κύματα θα διπλάρωναν το ακυβέρνητο πλοίο κι αυτό με τίποτα δεν θα μπορούσε να βγει απ΄ την παγίδα του κυκλωτικού θανάτου, οπότε θα ήταν αναμφίβολα χαμένο μαζί με το πλήρωμα κι ο υπογράφων για σαράντα χρόνια ξεχασμένος αγνοούμενος…
(Χαρά μερικοί, έ;)…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *