Ομολογώ πως εντυπωσιάστηκα από την ανταπόκριση των αναγνωστών μας στο χθεσινό “σχόλιο της ημέρας” σχετικά με τον Γκαίμπελς και τους επιγόνους του γκαιμπελίσκους. Κι από τα σχόλια κάποιων αναγνωστών κατάλαβα πως είναι περισσότερα απ΄όσα υπέθετα τα θύματα των τελευταίων. Μερικοί αναγνώστες μάλιστα μου ζήτησαν να αναφέρω κάποιο παράδειγμα από την σύγχρονη δράση τους, για να καταλάβουν το θέμα καλύτερα, οπότε ευχαρίστως ανταποκρίνομαι στο αίτημά τους. Μόνο που για την αποφυγή οποιασδήποτε παρεξήγησης θα βάλω τον γκαιμπελίσκο να μιλάει σε πρώτο πρόσωπο, σαν να ήμουν εγώ, κι οι ορίτζιναλ συκοφάντες ας με συγχωρήσουν που θα τους υποδυθώ…
Ας υποθέσουμε λοιπόν πως εγώ αντιπαθώ έντονα ή ακόμα και μισώ θανατερά κάποιον από σας. Λόγοι για να μισήσουμε κάποιον, δόξα τω Θεώ υπάρχουν άφθονοι στην αντραγωνιστική και αρριβίστικη κοινωνία που ζούμε κι αυτοί μπορεί να είναι λόγοι οικονομικής ζημιάς που μας προκάλεσε κάποιος, λόγοι ανταγωνισμού, λόγοι κάθε μορφής ζήλιας, ή και λόγοι εκδίκησης αν τυχόν υπάρχει κάποια ανοιχτή διένεξη ανεξαρτήτως αιτιολογίας. Μπορεί ακόμη να μισούμε κάποιον επειδή είναι πιο εμφανίσιμος, αν εμείς είμαστε κακομούτσουνοι, πιο ψηλός, αν τύχει να είμαστε δραματικά κοντοί, πιο λεπτός, αν είμαστε χοντροί, πιο έξυπνος, αν είμαστε κουμπούρες, πιο εγγράμματος αν είμαστε αγράμματοι και δεν μπορούμε να γράψουμε ούτε από σύμπτωση ένα ρήμα σωστά, πιο επιτυχημένος, αν είμαστε αποτυχημένοι και γενικώς μισούμε τους άλλους, ευθέως ανάλογα με τα κόμπλεξ που κουβαλάμε μέσα μας και μας κατατρώνε…
Αν τώρα πέρα απ΄ τα κόμπλεξ και το μίσος που κουβαλάω μέσα μου, τυχαίνει να διαθέτω και το τάλαντο του αείμνηστου Γκαίμπελς, με άλλα λόγια αν είμαι ένας ταλαντούχος γκαιμπελίσκος, θα φροντίσω να βρω μια πιασάρικη συκοφαντία εναντίον σου, την οποία θα θέσω σε κυκλοφορία με τρόπο ύπουλο πλην πειστικό. Το στοιχείο “πιασάρικη” είναι πολύ σημαντικό, ακριβώς γιατί σπανίως είναι σταθερό κι επειδή με τον χρόνο μεταβάλλεται. Σήμερα για παράδειγμα που ζούμε στον αστερισμό των βιασμών και το κλίμα έχει φτιαχτεί αρνητικότατο για τους βιαστές (ή τους “βιαστές”), η κυκλοφορία μιας φήμης πως κάποιος υπήρξε προ ετών βιαστής θα βρει το κατάλληλο λίπασμα και κλίμα για να φυτρώσει και να θεριέψει αμέσως.
Αν όμως βρισκόμαστε στον Μεσαίωνα η πιο αποδοτική λάσπη θα ήταν να κατηγορήσουμε κάποιον πως ήταν αιρετικός. Αρκετά αργότερα, στην πουριτανική Αμερική, πιο πιασσάρικο -κι αποτελεσματικό- θα ήταν να κατηγορηθεί κάποια για μαγεία. Στα πρώτα μετακατοχικά χρόνια, η πιο πιασάρικη λάσπη για κάποιον ήταν να κυκλοφορήσεις την φήμη πως ήταν μασκοφόρος συνεργάτης των κατακτητών, προσθέτοντας “αλλά εγώ τον κατάλαβα από τις κινήσεις του”… Αν βρισκόμαστε στον πρώτο καιρό της μεταπολίτευσης πολύ πιασάρικη λάσπη για κάποιον θα ήταν πως ήταν χουντικός, ενώ αν οι ηλικίες ταιριάζουν, μια καλή φτυαριά λάσπης σε γυναίκα της εποχής θα ήταν πως τάχα την είχες τρακάρει στα κακόφημα στέκια της Τρούμπας, πριν την καθαρίσει ο Σκυλίτσης!
Για να επανέλθουμε όμως στο σήμερα, εκτός των βιασμών, της μόδας και αποτελεσματική είναι και η λάσπη για ρατσισμό (κατά των ξένων ή των ομοφυλόφιλων), η λάσπη για φαλλοκρατία,ή κατά της ισότητας των φύλων, ή κατά των γυναικών, ή κατά της μητρότητας και άλλα πολλά, που εγώ μεν δυσκολεύομαι να εντοπίσω, πλην όμως εύκολα μπορεί να γεννήσει η διεστραμμένη φαντασία ενός ταλαντούχου συκοφάντη…
Ας δούμε τώρα πως λειτουργεί το σύστημα του σύγχρονου γκαιμπελίσκου: Κατ΄ αρχήν θέτει την λάσπη σε κυκλοφορία, είτε προφορικά δήθεν εμπιστευτικά (με το ψου-ψου), πλην όμως σε επιλεγμένα και κατάλληλα στην διασπορά άτομα, είτε γραπτά (σε ηλεκτρονικό μέσο, fb κ.λ.π.)., είτε και με τους δυο τρόπους. Στα γραπτά βέβαια αποφεύγει για ευνόητους λόγους το όνομα (του θύματος) και απλά το ζωγραφίζει. Η δε ζωγραφιά του σαν τέχνη που είναι, ανάλογα με το άλλο ταλέντο του, μπορεί να είναι από …έργο τέχνης μέχρι δήθεν καρικατούρα!…
Μετά από λίγο το θύμα αρχίζει να παίρνει τα πρώτα μηνύματα και χωρίς καλά-καλά να το καταλάβει, βρίσκεται απολογούμενος προσπαθώντας να πείσει πως δεν είναι ελέφαντας. Δείτε πως περιέγραψε τη δική του προσωπική εμπειρία ένας καλός φίλος που την βίωσε ο ίδιος:
“Εγώ σ΄ αυτή την περιπέτειά μου είχα μια τύχη και μια ατυχία. Η τύχη ήταν πως οι περισσότεροι της τοπικής κοινωνίας γνώριζαν τι κουμάσι ήταν ο “γκαιμπελίσκος”, οπότε και απέρριπταν με την μια τους λασπωμένους ισχυρισμούς του. Η ατυχία όμως είχε δυο σκέλη: Το ένα ήταν πως ο γκαιμπελίσκος ήταν από τους πλέον ταλαντούχους του είδους. Το δεύτερο σκέλος ήταν πως είχε ενισχυμένη πρόσβαση τόσο στην προφορική όσο και στην γραπτή διασπορά της λάσπης…
Από τους δέκα που το μάθαιναν (και μου το έλεγαν) λοιπόν, οι μισοί περίπου ούτε καν με ρωτούσαν αν είναι αλήθεια ή τι συνέβη!. Προφανώς με ήξεραν καλά, οπότε απλά γελούσαν σε βάρος του συκοφάντη. Απ΄ τους υπόλοιπους πέντε οι τρεις με ρωτούσαν αν συνέβη οτιδήποτε που ο γκαιμπελίσκος το φούσκωσε και το διαστρέβλωσε. Όταν τους έλεγα πως ουδέποτε συνέβη το παραμικρό και πρόκειται για καθαρή λάσπη, το δέχονταν και πήγαιναν παρακάτω. Οι υπόλοιποι τελευταίοι δυο, που συνήθως ήταν γυναίκες, (δηλαδή του φύλου που υποτίθεται πως πλήττονταν από το ανόμημά μου) με ρωτούσαν, κι όταν τους εξηγούσα πως επρόκειτο για σκέτη λάσπη δίχως ίχνος αλήθειας, έμεναν με κάποια αμφιβολία, κι αναρωτιόνταν μήπως έγραψα κάτι που τελικά θα μπορούσε να παρεξηγηθεί… Την δε επόμενη φορά, που το ξανάβρισκαν μπροστά τους, (γιατί είπαμε ότι η επανάληψη είναι η πεμπτουσία της μεθόδου), ξανά ρωτούσαν λέγοντας: <μα αφού είναι ψέμματα, τότε γιατί επιμένει;>
Για να καταλήξω: Απ΄ την δική μου περιπέτεια συμπέρανα πως ένα είκοσι τα εκατό περίπου, ίσως και λιγότεροι, είναι αυτοί που δεν πείθονται εντελώς και μένουν με απορίες κι ερωτηματικά. Πάντως σε ότι με αφορά, το έχω αφήσει πίσω μου, το έχω ξεχάσει. Ασφαλώς και είναι μια ενοχλητική εμπειρία βέβαια, όμως επειδή δεν βλέπεις λογικό και αποδεκτό τρόπο αντίδρασης, απλά το δέχεσαι σαν αναγκαίο κακό και το αφήνεις να περάσει. Κάπως σαν τη γρίπη…”
Παραστατικός και αρκούντως πειστικός ο πολύπειρος φίλος μου, νομίζω πως περιέγραψε με λιτό και πολύ περιεκτικό τρόπο το όλον θέμα. Ελπίζω λοιπόν να απαντήθηκαν οι απορίες σας φίλοι αναγνώστες, ώστε να πάμε όλοι παρακάτω. Υπάρχουν άλλωστε πολύ πιο σοβαρά θέματα για ν΄ ασχοληθούμε, από τους ψυχασθενικούς γκαιμπελίσκους και τα κόμπλεξ τους…
Ο Σχολιαστής