Ο άνθρωπος του Ροζ σοσιαλισμού

ΤΣΑΚΑΛΟΣ ΗΛΙΑΣ(μικρος)

του Ηλία Τσάκαλου

Προσφάτως έλαβα επιστολή ερμητικώς κλεισμένη με συμβολαιογραφικό κερί που έγραφε :
-Προς επτανήσιον γραφέα , αποστολεύς Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης

Κοίταξα καλά τον κιτρινισμένο φάκελο και είδα στην σφραγίδα του τότε Ταχυδρομείου «Αθήναι 1902».
Φάκελος Εκείνου προς εμέ τον ταπεινόν; Τι ζητεί; Πως βρήκε εμένα και όχι τόσους γραφείς και γραφείς και λογίους επτανησίους; Τι ζητεί από το ευτελές σαρκίον μου και το πτωχότατο χειριστήριο του υπολογιστή μου; Αν τούτο οφείλεται γιατί κάθομαι και γράφω τα όσα είναι γραμμένα και που δεν τα σβήνω δια μιας και να δηλώσω «επτώχευσα ως γραφέας», κάνει τεράστιο λάθος. Δεν έχω ταλέντο γραφέως. Ένας κάποιος είμαι που θα χαθεί μέσα στην ανωνυμία των αιώνων. Το γεγονός το έχω ενστερνισθεί, το έχω αποδεχθεί και ασφαλώς διασκεδάζω όπως αξίζει αυτήν την μαλακία που έκανε το σπερματοζωάριο από το οποίο προέρχομαι.
Τέλος πάντων είπα να επικοινωνήσω νοερώς με τον κυρ Αλέκο και να τον κατατοπίσω σχετικώς για τα σχετικά με το γράψιμο, το ύφος , την γλώσσα, την διαχείριση της Ανωτέρας Δυνάμεως και την θέση του πρωταγωνιστού στο παρόν του κόσμου αυτού.
-Εξηγούμαι κυρ Αλέκο θα γράψω την παραγγελία με γλώσσα, ύφος και λεξιλόγιο βλάστημο Επτανησιακό, το ύφος μου θα είναι παιχνιώδες και κοροϊδευτικό, διαχείριση της Ανωτέρας Δυνάμεως δεν απαιτείται καθότι αυτή απουσιάζει απ΄ τον καθημέρα βίο των τοιούτων ανθρώπων-κοινώς δεν έχουν τον Θεό τους- και ο πρωταγωνιστής ασφαλώς και θα ληφθεί εξ εκείνων που ενώ ευρίσκονται εις τον βυθόν της κοινωνίας ανέρχονται αίφνης στην επιφάνεια και νομίζουν ότι ευρίσκονται στην κορυφή του Έβερεστ όπου, πιστεύουν οι άθλιοι, ότι θα παραμείνουν εις τους αιώνας των αιώνων.
Με κοίταξε με την ανθρώπινη επιείκεια, με μάτι εξεταστικό και χαμογελώντας μου είπε
-Άκου παιδί μου ο Θεός συχνά κάνει σφάλματα. Χωρίς σφάλματα δεν υπάρχει Θεός. Χωρίς Θεό οι άνθρωποι δεν κάνουν σφάλματα. Αυτή είναι η σειρά του Κόσμου. Λοιπόν περιέγραψε ότι βλέπεις, όπως το βλέπεις, όπως το καταλαβαίνεις και ο Θεός και η Παναγία μαζύ σου. Ο Άνθρωπος αν ήταν εκ κατασκευής σωστός δεν θα απαιτούνταν να έλθει επί της γης ο Υιός Του.
Εκεί διακόπηκε η κουβέντα μας και πήρα τις σημειώσεις του έβαλα το πληκτρολόγιο μπροστά μου και άρχισα να γράφω κατ΄ εντολή του με τον τρόπο που ξέρω εγώ και έμαθα απ΄ την Επτανησιακή σχολή στην οποία ανήκω.

*****

– Τι πράματα είν΄ αυτά π΄ τσαμπουνάς κυρά μ΄; Εγώ σε κάλεσα και σε τρατάρισα να μου πεις την μοίρα μου κι όχι να μου πεις πως έκαμα αρσενικό και θα γενεί γενίτσαρος.
Βγήκε απ΄τα σκουτιά της η φτωχούλα μαυροφορεμένη γυναικούλα που έμενε σε μια κάμαρα σπίτι στο σοκάκι του Μώλου που είχε απόσταση απ΄ τη θάλασσα είκοσι πάσα κανονικού ανθρώπου.
– Αυτά που σου λέω. Έλα εδώ να τα δεις. Γλέπεις εκειό το στέμμα; Το γλέπω πες. Γλέπεις εκεί απ΄ κάτ΄ νια γραβάτα; Γλέπω πες. Γλέπεις εκείονε τον ψηλό μαντράχαλο με τα κουστούμια και τα τέτοια που τα φοράει; Γλέπω πες. Γλέπεις αυτό αυτού το πράμα π΄ θέλει να γίνει και βουλευτής του σοσιαλισμού;
– Όχι δεν τα βλέπω κυρά μου. Τι έπαθες σήμερα και βουρλίστηκες.
– Ω ρε δε βουρλίστηκα, δεν φταίω ΄γω σα δε γλέπεις τον γυιό σου που θα γενεί γενίτσαρος του κόσμου.
Η Φλιτζανού ήταν απόλυτα βέβαιη γι αυτά που έβλεπε στο φλιτζάνι της κυρά τέτοιας που κατέβηκε απ΄το χωριό της και πήρε τον καροτσέρη της Χώρας και μαζύ του έκαμε πέντε παιδιά πριν μείνει χήρα με τα τέσσαρα απ΄ αυτά και το πέμπτο σε ίδρυμα στην Πρωτεύουσα λόγω σοβαρής εκ γενετής ασθενείας.
Μέσα στον πάτο της κοινωνίας εκεί που σπλαχνίζεται ο Θεός τους ανθρώπους και τους δίνει αντοχή στο κρύο, στην ντροπή , στην ανέχεια και τους οπλίζει με συναισθήματα αναπηρίας απέναντι σε όποιον έτυχε να έχει μια φέτα ψωμί, ένα ελάχιστο μεροκάματο και λίγη περηφάνια ζούσαν σε μια κάμαρη στον Μώλο όπως είπαμε.
Κάπως έτσι άρχισε η λαμπρή σταδιοδρομία εκείνου που επρόκειτο να γίνει μέγας και τρανός την εποχή της γενικής ευημερίας και του σοσιαλισμού, με ένα μάντεμα στο φλιτζάνι της γειτόνισσας.

Τα χρόνια πέρασαν και το μυξάρικο που γύριζε στην γειτονιά με μια ρούγκλα και την μασούσε για να χορτάσει την πείνα του πήγε στο δημοτικό, πήγε στο γυμνάσιο, πήγε στο πανεπιστήμιο τότε που όλα ήταν τσάμπα και βγήκε κοντζάμ Ντοτόρο των επιστημών. Με γραβάτα, κοστούμι, παπούτσι μερακλαντάν και όλα τα σέα και τα μέα που ακολουθούν όλους τους αγράμματους ντοτόρους. Κι εκεί αρχίσανε τα βιολιά.
Κάποτε εκείνα τα χρόνια ήρθε στον τόπο μας σοσιαλισμός ενδεδυμένος δια χρώματος ροζ. Ήταν μια εποχή που στους καμπινέδες τα σκατά ανέβηκαν απάνω και τα κάτουρα πήγαν στον πάτο. Το λοιπόν όποιος ήταν σκατό βγήκε περήφανα στην επιφάνεια και ζητώντας την ψήφο των ζώων επέπλευσε. Τότε διάφορα είδη σκατών κυκλοφόρησαν με περιβολάς αρχόντων και με στολισμένες τις κεφαλές τους με το εθνόσημο.
Ω τι χαρά που έκανε ο ήλιος βγαίνοντας από την Λάμια και φωτίζοντας τον λαόν ο οποίος χειροκροτούσε που επι τέλους έβλεπε την σάρκα εκ της σαρκός του εις την επιφάνεια του βόθρου.
Ω τι χαρά που απήλαυσαν οι εργαζόμενοι στην εταιρεία εκκενώσεως βόθρων που δεν θα άδειαζαν τα σκατά στην θάλασσα όπου το θέρος κολυμβούν οι τουρίστες και λιάζουν τα στίλβοντα σώματά των αι γκόμεναι.
Ω τι είναι τούτο μπρε εις και μόνον εις τον σοσιαλισμόν να γίνει εν ταυτώ παπάς, πρόεδρος καλλιτεχνικού σωματείου, πρόεδρος εφέδρων πολεμιστών, πρόεδρος των προέδρων, νομάρχης, καλλιτεχνικός διευθυντής και δεσπότης παρακαλώ και όλα τα αξιώματα να κοσμούνται δια γραβάτας, κοστουμίου και τα λοιπά και τα λοιπά.

Ουφ. Τελείωσα επί τέλους αυτές τις σημειώσεις με τον τρόπον που άρμοζε και ως επτανήσιος γραφέας.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *