Οι γυναίκες της Σπάρτης – (της Δέσπως Καλέζου)

Οι γυναίκες της Σπάρτης – της Δέσπως Καλέζου
της Δέσπως Καλέζου
ΓΙΑ ΝΑ ΤΙΜΗΣΟΥΜΕ ΤΗ ΓΥΝΑΙΚΑ
Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ
Η θέση της Γυναίκας στην Αρχαία Σπάρτη αποτελεί ένα παράξενο μοναδικό φαινόμενο στη ιστορία σε σχέση με ό,τι συνέβαινε σε άλλες πόλεις της αρχαίας Ελλάδας και μάλιστα της Αθήνας του «Χρυσού αιώνα».
Σε καμιά άλλη πόλη το γυναικείο φύλο δεν υπήρξε τόσο σεβαστό, τιμημένο και ελεύθερο. Με τη δυναμική παρουσία της στο κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι, την ψυχική και σωματική ανδρεία της αναδείχτηκε σ΄ αυτό που την ήθελε η πατρίδα της, ελεύθερη και στυλοβάτη της στριατιωτούπολης της Σπάρτης.
Από μικρές οι Σπαρτιάτισσες περνούσαν το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας έξω στον ανοικτό αέρα, στα γυμναστήρια και στις μεγάλες υπαίθριες γιορτές, όπως στη γιορτή των γυμνοπαιδιών, όπου η νεολαία της Σπάρτης, αγόρια και κορίτσια, χόρευαν ,τραγουδούσαν και αγωνίζονταν ολόγυμνα. Με μια τέτοια φυσική, υγιεινή ζωή δεν είναι περίεργο που οι Σπαρτιάτισσες φημίζονταν στον αρχαίο κόσμο όχι μόνο για την ανδρεία τους αλλά και για την ομορφιά τους, τη ζωντάνια τους, το αθλητικό κορμί τους, που θαυμάζει ο Αριστοφάνης στη Σπαρτιάτισσα Λαμπιτώ στην κωμωδία του «Λυσιστράτη».
Θρύλοι δημιουργήθηκαν γύρω από την ευψυχία της και την απόλυτη αρετή της, που πολλές φορές συσκοτίζουν την πραγματικότητα. Όμως κανένα μυθικό στοιχείο δεν αλλάζει το ιστορικό πρόσωπο της Σπαρτιάτισσας, όπως το έπλασε και το συντηρούσε η Σπάρτη με ένα κώδικα ηθικών αξιών που ποτέ η γυναίκα της δεν πρόδωσε. Γι αυτό και οι απόψεις της ήταν αξιοσέβαστες, οι συμβουλές της συχνά εφαρμόζονταν από τους άνδρες, οι οποίοι όμως είχαν το προνόμιο της τελικής απόφασης. Και όταν ο στρατός έλειπε σε εκστρατείες, οι γυναίκες ουσιαστικά ασκούσαν την εξουσία.
Η εικόνα που φιλοτέχνησε η σπαρτιατική πολιτεία για τη γυναίκα είναι μοναδική και εντελώς διαφορετική από την εικόνα της γυναίκας της αθηναϊκής πολιτείας. Αντίθετα με τους άνδρες που απολάμβαναν την υλική ευημερία, την πολιτική ισότητα της Δημοκρατίας τους, που καλλιεργούσαν το σώμα και το πνεύμα τους, που οικοδομούσαν τα αθάνατα μνημεία τους, η γυναίκα ήταν εντελώς απούσα, αθέατη, περιορισμένη στην αυλόπορτα του οίκου τους και αντί να προοδεύει παράλληλα με την πρόοδο της πρώτης ξεχωριστής δημοκρατικής πόλης, βρίσκεται σε οπισθοδρόμηση.
Και η Σπάρτη που δεν ανάδειξε πολιτισμό όπως η Αθήνα, έδωσε μεγάλες γυναικείες μορφές, που με το ήθος τους, την ανδρεία τους, την προσφορά τους, την αυταπάρνησή τους, ξεπερνούν τα ανθρώπινα όρια και εισέρχονται στο χώρο του ηρωισμού. Και είναι πολλές. Ανάμεσά τους ξέχωρα η Αρχιδάμια, η Αγησιστράτη, η Αγιάτιδα, η Κρατησίκλεια, που έπαιξαν ένα σημαντικό ρόλο στην τελευταία αναλαμπή της Σπάρτης, θυσίασαν τη ζωή τους για την αναγέννησή της μέσα στα πλαίσια της παρακμής του κλασσικού κόσμου.
Τον 3ο π.Χ. αιώνα η Σπάρτη βρίσκεται σε τρομερή κρίση. Κρίση κοινωνική, πολιτική, οικονομική, ηθική, δημογραφική. Οι κοινωνικές ανισότητες τεράστιες. Όλος ο πλούτος και η γη ανήκουν σε ελάχιστες οικογένειες. Στο σύνολό τους οι Σπαρτιάτες, πλούσιοι και φτωχοί ήταν εφτακόσιες ψυχές και από αυτούς μόνο εκατό είχαν γη και κλήρο. Οι συνεχείς πόλεμοι τους είχαν αποδεκατίσει. Προπάντων επικρατούσε μεγάλη διαφθορά, είχε νοθευτεί απελπιστικά το σπαρτιατικό ήθος, από το χρυσό και τα λάφυρα που εισέρρευσαν από τους Πέρσες, τη μισθοφορία και τις υποτελείς πόλεις, ήδη από τον 4ο π.Χ. αιώνα, όταν είχε την ηγεμονία η Σπάρτη.
Αυτή την παραλυμένη πόλη και το νεκρό μεγαλείο της θα προσπαθήσει να αναστήσει μια μεγάλη επαναστατική μορφή, ο βασιλιάς Άγης ο Δ΄. Εμπόδια θα σταθούν πολλά στην πραγματοποίηση του ονείρου του, θα αντισταθούν οι διεφθαρμένοι πλούσιοι που δεν εννοούν να απαγκιστρωθούν από τους θησαυρούς τους και να ξαναγυρίσουν στην παλιά λιτότητα. Ένας αδυσώπητα σκληρός αγώνας ξεσπά ανάμεσα σ’ αυτούς και στον Άγη, ανάμεσα στο όνειρο και την πραγματικότητα, στο καλό και στο κακό.
Ο Άγης από τη αρχή ήθελε να κάνει συμμέτοχες του ονείρου του τρεις σημαντικές γυναίκες, τις πλουσιότερες της Σπάρτη, τη γιαγιά του Αρχιδάμια, τη μητέρα του Αγησιστράτη και τη γυναίκα του Αγιάτιδα. Τους εκμυστηρεύτηκε τα σχέδιά του για την αναγέννηση της κατεστραμμένης πατρίδας: Διαγραφή των χρεών, αναδασμό της γης, επαναφορά των νόμων του Λυκούργου για μια Σπάρτη αντάξια του παρελθόντος της, για μια κοινωνία ομοίων. Φοβήθηκαν και αντέδρασαν στην αρχή, θέλησαν να τον αποτρέψουν, γιατί διέβλεπαν ότι η αντίδραση θα ήταν μεγάλη και φοβόνταν για τη ζωή του. Η διαφθορά των εκατό οικογενειών ήταν μεγάλη. Με τα επιχειρήματά του όμως βασισμένα στην αγάπη για μια Σπάρτη που αφανιζόταν, αν δεν προσπαθούσε να τη σταματήσει από την ολέθρια πορεία της, στόχευσε στη φιλοπατρία των γυναικών και έγιναν οι πιο ακριβοί συνοδοιπόροι του στο δύσκολο και παράτολμο εγχείρημά του.
Η Αρχιδάμια και η Αγησιστράτη, που είχαν πολλούς οφειλέτες και φίλους και είχαν εξαιρετική θέση από τα πλούτη τους στην κοινωνική ζωή, άρχισαν να τους συγκεντρώνουν γύρω τους για να τους μυήσουν στις ιδέες του Άγη. Οι ίδιες έδωσαν το παράδειγμα ελευθερώνοντας τους οφειλέτες τους από τα χρέη. Μετά από αγώνα τεσσάρων χρόνων, το 242 π.Χ. , ψηφίστηκε η διαγραφή των χρεών όχι όμως και ο αναδασμός της γης με κύριο υπεύθυνο τον αδερφό της μητέρας του τον Αγησίλαο, πρωτεργάτη στο κίνημα. Το κίνημα προδόθηκε λόγω συμφέροντος προσωπικού και ο Άγης, η μητέρα του και η γιαγιά του απαγχονίστηκαν με δόλιο τρόπο ενώ το πλήθος έξω από το δεσμωτήριο είχε επαναστατήσει. Τα τελευταία λόγια της Αγησιστράτης προτού περάσει τη θηλιά: «Μακάρι όλα αυτά να ωφελήσουν τη Σπάρτη»
Πριν σχεδόν τριάντα χρόνια το 273 π.Χ. η Αρχιδάμια, η γιαγιά του Άγη, έδειξε πάλι τη φιλοπατρία της και τη δυναμικότητά της όταν ο Πύρρος, ο βασιλιάς της Ηπείρου, εκστράτευσε εναντίον της Πελοποννήσου και λεηλατούσε την κοιλάδα του Ευρώτα, έτοιμος να μπει στη Σπάρτη, που ήταν έρημη από στρατιώτες, γιατί έλειπαν στην Κρήτη. Οι έφοροι συνεδριάζουν με τι τρόπο θα την παραδώσουν και αποφασίζουν οι γυναίκες και τα παιδιά να φύγουν για την Κρήτη. Όμως οι γυναίκες της Σπάρτης με επικεφαλής την Αρχιδάμια τους ανατρέπουν τα σχέδια.
Συνεδριάζουν χωριστά και αρνήθηκαν να δεχτούν την απόφασή τους. Η Αρχιδάμια ζώνεται το σπαθί της και μπαίνει απρόσκλητη στο μέρος πού συνεδρίαζαν οι Έφοροι. Τους μίλησε εκ μέρους των γυναικών και τους δήλωσε ότι δεν πρόκειται να φύγουν, γιατί δεν είχε νόημα η ζωή τους αν χανόταν η Σπάρτη. Ο Πλούταρχος μας λέει ότι μάλωσε με τους άνδρες και τελικά τους έκανε να ανατρέψουν την απόφασή τους. Με την επιμονή της Αρχιδάμιας παίρνεται η απόφαση να αμυνθούν όλοι και να πέσουν πολεμώντας για την πόλη τους. Και όλη τη νύχτα γυναίκες, γέροντες και παιδιά, έσκαψαν τάφρο στις προσβάσεις της πόλης, έμπηξαν κάρα και μέχρι το πρωί ήταν έτοιμο ένα πρόχειρο οχύρωμα. Και «άμα ξημέρωσε και ενώ οι εχθροί άρχισαν να κινούνται, οι γυναίκες δίνοντας τα όπλα στους νέους, και την τάφρο τους έλεγαν να υπερασπιστούν και να τη φυλάξουν, γιατί είναι γλυκό πράγμα να νικήσουν μπροστά στα μάτια της πατρίδας του, αλλά και ένδοξο να πεθάνουν στα χέρια των μητέρων και των γυναικών τους, αφού σκοτωθούν αντάξια της Σπάρτης» (Πλουτ. Πύρρος ,27). Και παρέμειναν σε όλη τη διάρκεια της μάχης. Συγκλονιστικές στιγμές με προεξάρχουσα την υπέροχη Αρχιδάμια. Η τραγωδία είχε αίσιο τέλος. Η Σπάρτη σώθηκε και μαζί άρχισε να εδραιώνεται η αυτοσυνείδηση των κατοίκων της.
Η Κρατησίκλεια, μια άλλη θρυλική μορφή της Σπάρτης, ήταν μάνα του Βασιλιά Κλεομένη του Γ΄, του μεγάλου κοινωνικού επαναστάτη, που συνέχισε το έργο του Άγη του Δ΄. Είχε πάρει γυναίκα του την Αγιατιδα, τη γυναίκα του Άγη και από αυτή μυήθηκε στα μεγαλόπνοα σχέδια του. Ο Κλεομένης στην πορεία της πραγμάτωσης των σχεδίων του βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση στην προσπάθειά του να επεκτείνει την επανάσταση στην Πελοπόννησο εξαιτίας του Αράτου αρχηγού της Αχαϊκής Συμπολιτείας , και της συμμαχίας του με το βασιλιά της Μακεδονίας Αντίγονο τον Δώσωνα. Γι αυτό ζήτησε τη βοήθεια του Πτολεμαίου της Αιγύπτου. Ο Πτολεμαίος για να του στείλει βοήθεια ζητάει σαν ομήρους τη μάνα του και τα παιδιά του.
Ο Κλεομένης βρίσκεται σε τρομερό δίλημμα. Η πάλη τραγική ανάμεσα στην αγάπη της μάνας και στην αγάπη της πατρίδας. Νικάει η αγάπη της πατρίδας. Αποφασίζει να μιλήσει στη μάνα του, αλλά ντρέπεται.
«Και ενώ πολλές φορές πήγαινε σ’ αυτή και άνοιγε το στόμα του να της το πει, απότομα σιωπούσε. Έτσι κι εκείνη υποπτεύθηκε κάτι και ζητούσε να μάθει από τους φίλους του μήπως θέλει να της ζητήσει τίποτε και διστάζει. Και όταν τελικά ο Κλεομένης τόλμησε να της το πει, εκείνη γέλασε δυνατά και του είπε: Αυτό ήτανε λοιπόν που ήθελες να μου πεις τόσες φορές και δείλιαζες; Δε μας βάζεις το ταχύτερο σε ένα πλοίο να μας στείλεις εκεί που νομίζεις ότι αυτό το σώμα μπορεί να φανεί πολύ χρήσιμο στη Σπάρτη, προτού να καταστραφεί από τα γεράματα μένοντας εδώ χάμω; »(Πλουτ. Κλεομένης 22)
Μια οδυνηρή απόφαση. Ποτέ Σπαρτιάτισσα δεν πήγε όμηρος, ποτέ δεν παραδόθηκε σε ξένα χέρια. Είναι κάτι που μια φορά έγινε στη μακραίωνη ιστορία δόξας και συμφορών της Σπάρτης.
Η σκηνή της αναχώρησης είναι συγκλονιστική. Όλη η Λακωνία παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα την ηρωική Κρατησίκλεια να πορεύεται πεζή με τα παιδιά και το σιωπηλό Κλεομένη προς το Ταίναρο. Όταν έφθασαν πήρε το γιό της μέσα στο ιερό, για να του μιλήσει χωρίς ν α τους δει κανένας. Και αφού μίλησαν για τα κοινά τον φίλησε και του είπε: «Πρόσεχε βασιλιά των Λακεδαιμονίων, όταν βγούμε έξω να μη μας δει κανείς δακρυσμένους, ούτε να κάνουμε κάτι που δεν αξίζει στην Σπάρτη. Γιατί αυτό εξαρτάται μονάχα από εμάς. Η τύχη έρχεται όπως το θέλει ο Θεός».
Βγαίνοντας η Κρατησίκλεια αυστηρή και μεγαλόπρεπη από το Ναό προχωράει γρήγορα προς το πλοίο κρατώντας τα παιδιά. Κι όταν πέρασε στο καράβι διέταξε το καπετάνιο να σηκώσει αμέσως άγκυρα ώστε να μη συμβεί κάτι που δε θα ταιριάζει στη Σπάρτη: Δηλαδή να συγκινηθεί ο Βασιλιάς.
Η βοήθεια δεν ήρθε ποτέ. Ήταν ένα ευγενές αίτημα για έναν ευγενή σκοπό, που δεν είχε απήχηση στο διεφθαρμένο κόσμο του Πτολεμαίου του Φιλοπάτορα. Η Κρατησίκλεια, τα παιδιά, και οι γυναίκες που τις συνόδευαν σφαγιάστηκαν. Ο Κλεομένης με τους φίλους του, που ήρθαν στην Αίγυπτο μετά την ολοσχερή καταστροφή της Σπάρτης στη μάχη της Σελλασίας (222 π.Χ.) εγκλωβίστηκαν μέσα σε ένα νοσηρό περιβάλλον, ανάμεσα σε συνωμότες και προδότες, μέσα σε ένα κόσμο που κυβερνούσε ο υπόκοσμος δίπλα στο μέθυσο Πτολεμαίο, αυτοκτόνησαν όλοι, μετά την αποτυχία σε μια απονενοημένη προσπάθεια, δραπέτες της φυλακής, να ξεσηκώσουν το λαό της Αλεξάνδρειας ενάντια στο καθεστώς.
Η Κρατησίκλεια τις τελευταίες στιγμές της ζήτησε να σκοτώσουν πρώτα αυτή και μετά τα παιδιά. Δεν της έκαναν τη χάρη. Το ύψος μέσα στην ποταπότητα.
Και συγκρίνει, αξιολογεί, υπερτιμά και υμνεί ο Κωνσταντίνος Καβάφης:
«…Το φρόνημά της Σπάρτης ασφαλώς
δεν ήταν ικανός
να νιώσει ένας Λαγίδης χθεσινός,
όθεν κ΄ η απαίτησίς του δεν μπορούσε
πραγματικώς να ταπεινώσει Δέσποιναν
Επιφανή ως αυτήν, Σπαρτιάτου Βασιλέως μητέρα»
(Κλεομένης Γ΄)
Αυτές ήταν οι γυναίκες της Σπάρτης.
Δέσπω Καλέζου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *