ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Λευκάδα, 8 Ιανουαρίου 2021
«Επαγγελματική εκπαίδευση: μια μεγάλη μεταρρύθμιση, μια μεγάλη ευκαιρία για χιλιάδες νέους» – Άρθρο του Θανάση Καββαδά για την Επαγγελματική Εκπαίδευση
Την προηγούμενη εβδομάδα ψηφίστηκε από τη Βουλή ένα νομοσχέδιο – τομή του Υπουργείου Παιδείας για την επαγγελματική εκπαίδευση. Ένα νομοσχέδιο που αλλάζει όχι μόνο το θεσμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργεί η Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση (ΕΕΚ) και η δια βίου μάθηση, αλλά και το πώς βλέπουμε αυτόν τον κλάδο εκπαιδευτικής δραστηριότητας και, κυρίως, τους αποφοίτους της.
Εδώ και χρόνια, η ΕΕΚ ήταν υποβαθμισμένη, γιατί κυρίαρχη αντίληψη στους μαθητές και την ελληνική οικογένεια ήταν ότι η επαγγελματική καταξίωση συνδέεται μόνο με την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αποτέλεσμα αυτής της αντίληψης είναι ότι μόλις το 29% των μαθητών στρέφεται στην επαγγελματική εκπαίδευση, τη στιγμή που ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι στο 48%. Η Ελλάδα βρίσκεται στην προτελευταία θέση στην ΕΕΚ στην Ευρώπη, σύμφωνα με τον European Skills Index, ενώ στον τομέα ανάπτυξης δεξιοτήτων βρίσκεται στην 26η θέση.
Πλέον για πρώτη φορά σχεδιάζεται και εφαρμόζεται ένα ενιαίο σύστημα επαγγελματικής εκπαίδευσης, το οποίο μπορεί να παραλαμβάνει το παιδί, τον νέο άνθρωπο από το γυμνάσιο, αφού έχει δηλαδή ολοκληρώσει την υποχρεωτική εκπαίδευση, και τον παραδίδει μέσω μία σειράς εκπαιδευτικών βαθμίδων έτοιμο επαγγελματία στην αγορά εργασίας και στην κοινωνία.
Στον πυρήνα του όλου εγχειρήματος βρίσκεται η ανάγκη να συνδεθεί η ΕΕΚ και η δια βίου μάθηση με τις πραγματικές ανάγκες της αγοράς εργασίας. Αυτή η σύνδεση θα επιτυγχάνεται μέσα από τη λειτουργία του Κεντρικού Συμβουλίου Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης, στο οποίο κράτος, κοινωνικοί εταίροι και εκπρόσωποι της αγοράς θα ερευνούν και θα καταγράφουν, τόσο σε κεντρικό, όσο και σε περιφερειακό επίπεδο, τις ανάγκες της αγοράς εργασίας.
Με σταθερό προσανατολισμό λοιπόν στην τροφοδότηση της αγοράς με επαγγελματίες, σύμφωνα με τις ανάγκες που ανιχνεύονται, για πρώτη φορά θεσπίζεται ένα ενιαίο Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων, κατ’ αντιστοιχία με το Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Προσόντων, με τρία επίπεδα: 3, 4 και 5. Το επίπεδο 3 ήταν κάτι που έλειπε ολοσχερώς από το εκπαιδευτικό μας σύστημα – και είμαστε μία από τις ελάχιστες ευρωπαϊκές χώρες χωρίς τέτοιο επίπεδο προσόντων. Πρόκειται για επαγγελματικές σχολές κατάρτισης που απευθύνονται σε αποφοίτους γυμνασίου, οι οποίοι δεν επιθυμούν να συνεχίσουν τις σπουδές στο σχολείου, χρειάζονται όμως να βιοπορίζονται.
Οι επαγγελματικές σχολές επιπέδου 3, διετούς φοίτησης, δίνουν την ευκαιρία σε αυτά τα παιδιά, τα οποία διαφορετικά και θα εγκατέλειπαν την εκπαίδευση και θα έβγαιναν στην αγορά εργασίας ως ανειδίκευτοι εργάτες, με ό,τι συνεπάγεται αυτό για τις ευκαιρίες και την ποιότητα της απασχόλησης που θα έβρισκαν, να μάθουν μια τέχνη. Η τέχνη αυτή, που θα διδάσκεται αφού έχουν ανιχνευθεί οι ανάγκες της αγοράς εργασίας, θα εξασφαλίζει στα παιδιά άμεσα δουλειά σε συγκεκριμένες ειδικότητες.
Η ειδίκευση και η κατάρτιση ωστόσο δεν χρειάζεται να σταματούν εκεί: το σύστημα επιτρέπει στους σπουδαστές του επιπέδου 3 να επιλέξουν είτε να αποφοιτήσουν στα 2 χρόνια ως έτοιμοι επαγγελματίες, είτε να μεταπηδήσουν σε ένα επαγγελματικό λύκειο όπου αποκτάται το 4η επίπεδο προσόντων. Και εδώ, το νομοσχέδιο εισάγει μία σπουδαία καινοτομία: το πρότυπο επαγγελματικό λύκειο. Απευθύνεται στους άριστους του γυμνασίου τους οποίους εκπαιδεύουν οι καλύτεροι εκπαιδευτικοί, όπως επιλέγονται στα αντίστοιχα πρότυπα πειραματικά λύκεια. Πέρα από την επαγγελματική αριστεία, προωθούν τη συνεργασία με επιχειρήσεις του δημοσίου ή του ιδιωτικού τομέα, ώστε μέσα από την εμπειρία οι μαθητές να μάθουν να εργάζονται σε πραγματικές συνθήκες.
Στο επίπεδο 5, συναντάμε βεβαίως τα γνωστά μας Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΙΕΚ), όπου μεταξύ άλλων προβλέπεται και η ίδρυση πειραματικών και θεματικών ΙΕΚ, με γνώμονα πάντα τις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας. Διότι, όπως προανέφερα, και εδώ η τομή είναι η σύνδεση της επαγγελματικής εκπαίδευσης με τις πραγματικές ανάγκες της αγοράς, για γρήγορη επαγγελματική αποκατάσταση των αποφοίτων.
Μάλιστα, για πρώτη φορά προβλέπεται και η οργάνωση ξενόγλωσσων τμημάτων, ένας θεσμός που θα ανοίξει τους ορίζοντες των σπουδαστών και σε ξένες αγορές εργασίας, ενώ θα παρέχεται η δυνατότητα στους καταρτιζόμενους να συμμετέχουν και σε πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με στόχο την περαιτέρω προώθηση της εσωστρέφειας.
Με τα 3 λοιπόν επίπεδα προσόντων ολοκληρώνεται η πυραμίδα της νέας επαγγελματικής εκπαίδευσης στη χώρα – υπάρχει όμως και επιστέγασμα: η πιστοποίηση των προσόντων. Με την αναβάθμιση του ΕΟΠΠΕΠ, του εθνικού φορέα πιστοποίησης προσόντων και διασφάλισης της ποιότητας στην ΕΕΚ, διασφαλίζεται αφενός οι φορείς που την παρέχουν και το περιεχόμενο των σπουδών και, αφετέρου, επικυρώνονται οι δεξιότητες που απέκτησαν οι σπουδαστές μέσω της ΕΕΚ.
Τα προηγούμενα χρόνια ακούσαμε πολλές εξαγγελίες αναβάθμισης της επαγγελματικής εκπαίδευσης. Μία από αυτές ήταν τα περίφημα διετή προγράμματα, επαγγελματικών σπουδών στα πανεπιστήμια για τους αποφοίτους των επαγγελματικών λυκείων, τα οποία ειδικά εδώ στην Λευκάδα ήταν το χρυσωμένο χάπι για να καταπιεί η κοινωνία μας την απομάκρυνση των δύο τμημάτων ΤΕΙ από το νησί μας.
Αυτά τα περίφημα «διετή προγράμματα» λοιπόν, που υπεγράφησαν λίγες μέρες πριν τις εκλογές του Ιουλίου 2019, χωρίς καμία προετοιμασία ούτε με τα Πανεπιστήμια ούτε με εκπροσώπους της αγοράς εργασίας, ήταν καταδικασμένα σε αποτυχία, κυρίως όμως, δεν ήταν το βασικό συστατικό που έλειπε από μια επιτυχημένη επαγγελματική εκπαίδευση. Μεταλυκειακή επαγγελματική εκπαίδευση υπάρχει, εξυπηρετείται από τα ΙΕΚ και, με τις μεταρρυθμίσεις που φέρνει το νομοσχέδιο, στο μέλλον θα εξυπηρετείται ακόμα καλύτερα.
Εκείνο όμως που κυρίως έλειπε ήταν να δοθεί η δυνατότητα σε παιδιά που παρατούσαν το σχολείο στα 14 και γίνονταν ανειδίκευτοι εργάτες, να βρουν μια επαγγελματική διέξοδο με εξειδίκευση σε τέχνες και επαγγέλματα που ζητάει η αγορά, ώστε να βελτιώσουν τις προοπτικές τους για μια καλύτερη ζωή. Αυτός, μαζί με έναν ενιαίο, συνεκτικό σχεδιασμό για αποτελεσματικότερη Επαγγελματική Εκπαίδευση, Κατάρτιση και Δια Βίου Μάθηση, ήταν ο στόχος: και η Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη θα πετύχει τον στόχο, μετατρέποντας την ΕΕΚ σε ένα σύγχρονο εργαλείο αναπτυξιακής πολιτικής, αλλά και κοινωνικής συνοχής, που θα καταπολεμήσει την ανεργία και θα δώσει ώθηση στην οικονομία.