Υποκλοπές και διαπραγματεύσεις

ΑΒΕΡΩΦ

Υποκλοπές και διαπραγματεύσεις

του ΑΝΤΩΝΗ ΚΛΑΨΗ*

Π​​ριν από έξι δεκαετίες, η Ελλάδα είχε στραμμένη όλη την προσοχή της στο Κυπριακό. Εργώδεις διαπραγματεύσεις διεξάγονταν στο προσκήνιο αλλά και στο παρασκήνιο. Ηταν περίπου τέτοιες ημέρες το 1957 όταν ο υπουργός Εξωτερικών Ευάγγελος Αβέρωφ-Τοσίτσας πληροφορήθηκε από την ΚΥΠ ότι Βρετανοί πράκτορες είχαν κατορθώσει να παγιδεύσουν (και κατ’ επέκταση υπέκλεπταν συνομιλίες από) μία εμπιστευτική τηλεφωνική γραμμή, την οποία χρησιμοποιούσε από την κατοικία του ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής. Οταν ενημερώθηκε για το ζήτημα, ο Καραμανλής οργίστηκε και ζήτησε από τον Αβέρωφ να διαμαρτυρηθεί έντονα στον Βρετανό πρεσβευτή Σερ Τσαρλς Πικ. Ομως ο Αβέρωφ είχε άλλη άποψη. Επεισε τον Καραμανλή να μην αποκαλύψουν τίποτα, αλλά αντίθετα να σκηνοθετήσουν τρεις μεταξύ τους συνομιλίες μέσω της επίμαχης τηλεφωνικής γραμμής. Το περιεχόμενο αυτών των συνομιλιών ο Αβέρωφ το αποτύπωσε εγγράφως και φρόντισε ώστε το κείμενο να σφραγιστεί από τον επιφανέστερο συμβολαιογράφο της Βέρνης, πρωτεύουσα της αενάως ουδέτερης Ελβετίας.

Αμέσως μετά, το σχέδιο του Αβέρωφ μπήκε σε εφαρμογή. Οι προσχεδιασμένες συνομιλίες πραγματοποιήθηκαν. Στην πρώτη ο Αβέρωφ ενημέρωνε τον Καραμανλή για υποτιθέμενες ασφαλείς πληροφορίες, σύμφωνα με τις οποίες μέλη της ΕΟΚΑ είχαν φθάσει στην Αθήνα προκειμένου να δολοφονήσουν τον πρέσβη των ΗΠΑ Τζορτζ Αλεν. Στη δεύτερη, πρότεινε στον πρωθυπουργό τη σύμπραξη της Ελλάδας με τον άξονα Αιγύπτου και Γιουγκοσλαβίας. Στην τρίτη, εισηγούνταν την πραγματοποίηση επίσημης επίσκεψης του Καραμανλή στη Μόσχα.

Αφού το σκέλος της παραπλάνησης είχε ολοκληρωθεί και ήταν βέβαιο ότι οι Βρετανοί είχαν ενημερώσει τους Αμερικανούς και επομένως είχαν εκτεθεί, ο Αβέρωφ κάλεσε στο γραφείο του τον Πικ, στον οποίο ανακοίνωσε τα σχετικά με την παγίδευση του πρωθυπουργικού τηλεφώνου. Με ύφος που δύσκολα έκρυβε τον ειρωνικό του τόνο, ο Αβέρωφ διευκρίνισε ότι δεν πίστευε πως ο Πικ ήταν αναμεμειγμένος στην υπόθεση, η οποία «ασφαλώς» είχε εξυφανθεί «εν αγνοία» του: γι’ αυτό τον λόγο τον κάλεσε να πάνε μαζί στο σημείο από όπου γινόταν η παρακολούθηση ώστε να ξεκαθαριστεί η υπόθεση. Ο Πικ αρνήθηκε, δηλώνοντας εμβρόντητος ότι στην πολύχρονη διπλωματική του σταδιοδρομία ποτέ δεν είχε δεχθεί ανάλογη πρόταση. Ατάραχος, ο Αβέρωφ τον ρώτησε εάν κατά τη διάρκεια της καριέρας του είχε ποτέ ακούσει πρεσβεία να παρακολουθεί το τηλέφωνο πρωθυπουργού συμμάχου χώρας… Αμέσως κατόπιν, ο Αβέρωφ ανακοίνωσε και στον πρεσβευτή των ΗΠΑ την υπόθεση των υποκλοπών: ως ακαταμάχητη απόδειξη, χρησιμοποίησε το σφραγισμένο από τον Ελβετό συμβολαιογράφο χειρόγραφό του.

Λίγες ημέρες αργότερα, ο Αβέρωφ μετέβη στη Βόννη προκειμένου να συμμετάσχει στη σύνοδο του Συμβουλίου του ΝΑΤΟ. Εκεί συνάντησε τον Αμερικανό ομόλογό του Τζον Φόστερ Ντάλες. Ο διαρκώς βλοσυρός Ντάλες τον υποδέχτηκε με πλατύ χαμόγελο, λέγοντάς του ότι τόσο ο ίδιος όσο και ολόκληρο το Στέιτ Ντιπάρτμεντ είχαν διασκεδάσει αφάνταστα με την παγίδα που οι Ελληνες είχαν στήσει στους Βρετανούς. Αμέσως μετά, όμως, το ύφος του άλλαξε. Εξήγησε ότι στην πραγματικότητα ο Αβέρωφ είχε καταστήσει τον Αλεν μάρτυρα κατηγορίας εναντίον της Μεγάλης Βρετανίας σε υπόθεση κατασκοπείας. Ο Αβέρωφ άδραξε την ευκαιρία προκειμένου να υλοποιήσει το τελευταίο σκέλος του από καιρό καταστρωμένου σχεδίου του. Δήλωσε στον Ντάλες ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν είχε πρόθεση να δημοσιοποιήσει το περιστατικό, μολονότι ήταν σαφές πως μία τέτοια εξέλιξη θα την ωφελούσε πολιτικά στο εσωτερικό της χώρας. Ωστόσο, ίσως τελικά να μην το απέφευγε εάν το Λονδίνο συνέχιζε να κατηγορεί την Αθήνα ότι ενίσχυε με χρήματα και όπλα τους αγωνιστές της ΕΟΚΑ (κατηγορία η οποία ήταν στην πραγματικότητα απολύτως ορθή): χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα την υπόθεση της παρακολούθησης του τηλεφώνου του Καραμανλή, η ελληνική πλευρά θα ισχυριζόταν διεθνώς με μεγάλη πειστικότητα ότι όλες οι βρετανικές πληροφορίες ήταν αποτέλεσμα σκόπιμης ελληνικής παραπλάνησης.

Η στιχομυθία ανάμεσα στον Ντάλες και στον Αβέρωφ δεν συνεχίστηκε. Ομως, κατά «διαβολική σύμπτωση», έκτοτε το Λονδίνο δεν επανέλαβε τις κατηγορίες εις βάρος της Αθήνας για ενίσχυση της ΕΟΚΑ… Σε δύο περιπτώσεις που οι Βρετανοί αναφέρθηκαν έμμεσα στο θέμα, ο υπαινιγμός του Αβέρωφ σχετικά με την αξιοπιστία των βρετανικών πηγών άρκεσε ώστε η συζήτηση να μη συνεχιστεί.

Εάν ο Αβέρωφ είχε από την πρώτη στιγμή διαρρεύσει στον Τύπο την ιστορία των παρακολουθήσεων, θα είχε κερδίσει πόντους στην ελληνική κοινή γνώμη. Προτίμησε όμως να τη συγκαλύψει και να μην καρπωθεί τα οφέλη της δημοσιότητας, προκειμένου να τη χρησιμοποιήσει ως μέσο για την προώθηση του μείζονος στόχου: την ενίσχυση της θέσης της Ελλάδας στις εν εξελίξει δύσκολες διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό.

Υπήρχε κι αυτός ο τρόπος…

* Ο κ. Αντώνης Κλάψης είναι διδάκτωρ Διπλωματικής Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου και διδάσκει στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο. Το άρθρο βασίζεται σε περιστατικά που εξιστορούνται στο βιβλίο του Ευάγγελου Αβέρωφ-Τοσίτσα, «Ιστορία χαμένων ευκαιριών», καθώς και σε αδημοσίευτο υλικό το οποίο βρίσκεται στο προσωπικό του αρχείο.

Πηγή: www.kathimerini.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *